χρειστός

χρειστός
-ή, -όν, Α
(βοιωτ. τ.) βλ. χρηστός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Marcosians — Gnosticism This article is part of a series on Gnosticism History of Gnosticism …   Wikipedia

  • χρηστός — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από την Αλβανία και ήταν οπωροπώλης στην Κωνσταντινούπολη. Οι Τούρκοι τον αποκεφάλισαν γιατί αρνήθηκε να εξισλαμιστεί (1748). Η μνήμη του τιμάται στις 12 Φεβρουαρίου. * * * ή, ό / χρηστός, ή, όν, ΝΜΑ …   Dictionary of Greek

  • АКРОСТИХ — [греч. ἀκροστιχίς, ἀκροστίχιον, ἀνακλώμενον, ἀκροτελεύτιον], формальный прием организации преимущественно поэтических текстов, используемый обычно в декламационной и песенной поэзии. Суть А. состоит в том, что начальные буквы строф или глав… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”